Ελπίδες για χιλιάδες ασθενείς που πάσχουν από Αλτσχάιμερ δίνει εμβόλιο που υπόσχεται θεραπεία της νόσου και είναι ακόμα σε πειραματικό στάδιο.
Το σκεύασμα, που βρίσκεται στην τρίτη φάση της δοκιμής σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει ήδη εφαρμοστεί με επιτυχία σε μικρό δείγμα ασθενών, αφού διαπιστώθηκε ότι "μπλοκάρει" τις ουσίες που προκαλούν τις εγκεφαλικές αλλοιώσεις. Παράλληλα, οι επιστήμονες και στην Ελλάδα έχουν πλέον στη διάθεσή τους δύο νέου τύπου εξετάσεις, οι οποίες μπορούν να διαγνώσουν έγκαιρα τη νόσο, κάτι που θεωρείται εξαιρετικά σημαντικό, προκειμένου να ανασταλεί η εξέλιξή της.
Όπως εξήγησε η νευρολόγος - ψυχίατρος, αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΑΠΘ και πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Νόσου Αλτσχάιμερ, Μάγδα Τσολάκη, προς το παρόν δεν υπάρχει θεραπεία για τη νόσο, παρά μόνο φάρμακα που ελαττώνουν τις αλλοιώσεις του εγκεφάλου και τα συμπτώματα που εμφανίζουν οι ασθενείς.
Το πρώτο εμβόλιο για θεραπεία του Αλτσχάιμερ, που δοκιμάστηκε το 1999, απέτυχε, διότι διαπιστώθηκε ότι προκαλεί εγκεφαλίτιδες. Ωστόσο, το νέο που δοκιμάζεται σήμερα είναι ελπιδοφόρο, αν και τα αποτελέσματά του, όπως είπε η κ. Τσολάκη, θα φανούν μετά το 2011, καθώς θα πρέπει να παρακολουθηθεί η εξέλιξη των ασθενών για ένα με δύο χρόνια και στη συνέχεια να πάρει έγκριση. Εφόσον εγκριθεί, θα χορηγηθεί σε πρώτη φάση σε ασθενείς και στη συνέχεια θα γίνουν μελέτες για να δοθεί προληπτικά και σε ανθρώπους που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου.
Το νέο εμβόλιο, καθώς και οι νέες διαγνωστικές μέθοδοι θα παρουσιαστούν στο 6 πανελλήνιο διεπιστημονικό συνέδριο νόσου Αλτσχάιμερ και συναφών διαταραχών, που θα πραγματοποιηθεί από 19 έως 22 Φεβρουαρίου στη Θεσσαλονίκη.
Ειδικότερα για τις νέες εξετάσεις, ο καθηγητής Παθολογίας - Γηριατρικής του ΑΠΘ, Δημήτρης Οικονομίδης, ανέφερε ότι είναι δύο τύπων, οι οποίες προς το παρόν εφαρμόζονται μόνο σε νοσοκομεία της Αθήνας. Η πρώτη είναι απεικονιστική, η λεγόμενη τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων, με την οποία οι γιατροί μπορούν να δουν πώς λειτουργούν συγκεκριμένα κέντρα του εγκεφάλου που υφίστανται αλλοιώσεις. Η δεύτερη βασίζεται στη μοριακή βιολογία και γίνεται με τη λήψη δείγματος σάλιου και δείχνει την ποιότητα και το είδος των γονιδίων, που είναι υπεύθυνα για το μεγαλύτερο παράγοντα κινδύνου εμφάνισης της νόσου, το λεγόμενο Ε4. Εξήγησε, πάντως, ότι αυτές οι μέθοδοι δεν είναι διαγνωστικές, αλλά διερευνούν την προδιάθεση που υπάρχει στον κάθε οργανισμό για εμφάνιση της νόσου.
tanea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου